
Μια γνήσια Ελληνοπούλα, μια άγνωστη μέσα στις τόσες άλλες, μια Ελληνοπούλα από κείνες που πρόσφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες στον συμμαχικό αγώνα, από κείνες που δούλεψαν γιατί πίστευαν στην Ελλάδα και στην αντίσταση, γιατί πίστευαν στη νίκη
Τα αεροπλάνα επήραν όσους έπρεπε να πάρουν κι εμένα μαζί κι έτσι φθάσαμε πάλι σε ένα αεροδρόμιο της Μέσης Ανατολής όπου η υποδοχή ήταν εξαιρετική και οι ζητωκραυγές για την Ελλάδα δόνησαν την ατμόσφαιρα.
Δεν μπορεί κανείς να φαντασθή τι στιγμές αξέχαστες εθνικής υπερηφανείας νοιώσαμε όλοι.
Για μένα ήταν η πιο γλυκιά, η πιο μεγάλη στιγμή της ζωής μου. Ναι, μεγάλη! Ας μου επιτραπεί να μεταχειρισθώ την έκφραση αυτή, γιατί κείνη τη στιγμή αισθάνθηκα να πλημμυρίζη τον εαυτό μου μια περηφάνεια – η υπερηφάνεια της Ελληνίδος, της πραγματικής Ελληνίδος που τα δίνει όλα χωρίς να ζητάη τίποτε, γιατί νομίζει ότι κάνει αυτό που πρέπει να κάνει. ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΤΗΣ.
Μετά το πέρας της αποστολής μου γύρισα στο Ελληνικό Υπουργείο των Εξωτερικών και μαζί με τις υπηρεσίες του πήγα ύστερα στην Ιταλία.
Γεμάτη συγκίνησι γύρισα πάλι στην Ελλάδα, που τη βρήκα ελεύθερη.
Με χαρά και δάκρυα στα μάτια είδα τη σημαία μας να κυματίζη περήφανη και μόνη στην Ακρόπολι. Νομίζω πως δεν έκαμα τίποτε σπουδαίο, απλώς υπηρέτησα πιστά τη γλυκειά μας Πατρίδα.
Ελπίζω ο Ελληνικός Στρατός στον οποίο υπηρετώ ακόμα, να με μεταχειριστή και πάλι, όταν οι ανάγκες της πατρίδος το ζητήσουν, σ’ όποια ειδικότητα θέλει και σ’ όποια αποστολή, έστω και την πιο επικίνδυνη αρκεί εκείνο που θα προσφέρω, έστω και τη ζωή μου, να το προσφέρω για τη μεγάλη μας Ελλάδα, σαν γνήσια Ελληνοπούλα.
